Τα Κάλαντα Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς της Θράκης, έχουν ρίζες που χάνονται βαθειά μεσα στην ιστορία και παρουσιάζουν μια πραγματικά εξαιρετική ποικιλία. Ειδικότερα η Ανατολική Θράκη ως περιοχή είναι ιδιαίτερα γνωστή για την πλούσια λαογραφική και δημοτική της παράδοση. Μόνο η Μάνη, έχει να επιδείξει 47 χριστουγεννιάτικα τραγούδια!
Στον Έβρο κάποτε, το πρωί της παραμονής των Χριστουγέννων, ομάδες παιδιών ξεχύνονταν στα σκοτεινά σοκάκια των χωριών, κρατώντας στα χέρια τους χοντρά και μακρυά ξύλα, τις λεγόμενες “τσουμάκες”.Τα ξύλα αυτά αφενός συμβόλιζαν τα ραβδιά των ποιμένων της Βίβλου αφετέρου δε λειτουργούσαν και ως προστασία ενάντια στις επιθέσεις των σκυλιών. Με τις τσουμάκες επίσης θα χτυπούσαν τις πόρτες των σπιτιών για να τους ανοίξουν και να τραγουδήσουν τα κάλαντα.
Σε πολλά χωριά της Θράκης, τα κάλαντα των Χριστουγέννων τα έλεγαν μεταμφιεσμένοι “για να πάει καλά η χρονιά”, όπως έλεγαν. Με τη συνοδεία γκάιντας, έψαλλαν σε κάθε σπίτι ειδικά κάλαντα, ανάλογα με τα πρόσωπα της οικογένειας και τα επαγγέλματά τους. Τα κάλαντα τα έλεγαν είτε στην είσοδο του σπιτιού , είτε μέσα στο σπίτι , ενώ σ’αυτά περιέχονταν παινέματα αλλά και πειράγματα για τον κάθε νοικοκύρη και τα μέλη της οικογένειάς του.Πολλές φορές οι νοικοκυρές δεν έδιναν το φιλοδώρημα στα χέρια των παιδιών αλλά το πετούσαν στις αυλές όπου και τα παιδιά έτρεχαν να το μαζέψουν, ενώ μια συνήθεια των γυναικών ήταν να μετράν πόσα αγόρια και πόσα κορίτσια πήγαν για τα κάλαντα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, για να δουν πόσα κοκόρια και κότες θα έχουν το επόμενο έτος.
Ας απολαύσουμε κάποιες από τις πιο γνωστές παραλλαγές σε κάλαντα Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς με προέλευση την Θράκη:
Χριστός γεννιέται, χαρά στον κόσμο,
χαρά στον κόσμο, στα παλληκάρια.
Σαράντα μέρες, σαράντα νύχτες,
η Παναγιά μας κοιλοπονούσε.
Κοιλοπονούσε, παρακαλούσε,
τους αρχαγγέλους , τους ιεράρχες.
-Σεις αρχαγγέλοι και ιεράρχες,
στη Σμύρνη πηγαίν΄τε , μαμμές να φέρ΄τε.
Άγια Μαρίνα, άγια Κατερίνα,
στη Σμύρνη πάνε , μαμμές να φέρουν.
Όσο να πάνε κι όσο να έρθουν,
η Παναγιά μας ηληυτηρώθη.
Στην κούνια τό ΄βαλαν και το κουνούσαν,
και το κουνούσαν , το τραγουδούσαν.
Σαν ήλιος λάμπει ,σα νιο φεγγάρι,
σα νιο φεγγάρι, το παλληκάρι.
Φέγγει σε τούτον το νοικοκύρη,
με τα καλά του, με τα παιδιά του,
με την καλή τη νοικοκυρά του…
Πόψι Χριστός γιννήθηκι κι ου κόσμους δεν του νοιώθει
Κι οι κόσμους κι τα οικούμινα κι ου βασιλιάς Ηρώδης,
Κι ‘κει π’ ακούμπησ’ ου Χριστός χρυσό διντράκι βγήκι,
Χρυσό διντρί, χρυσό κλουνί, χρυσό μαργαριτάρι.
Του δέντρου ήταν ου Χριστός, τα κλώνια οι απουστόλοι,
Κι τα γαρουφαλλάκια του ήταν οι προυφητάδις,
Που προυφητούσαν κι έλιγαν για του Χριστού τα πάθη.
Κι ‘μεις Χριστόν ιψάλαμι, Χριστός να μας φυλάει.
Όσ’ άστρα έχει ου ουρανός κι φύλλα τα διντράκια,
Τόσα καλά να δωσ’ η Θιός σι’ αυτό του νιοκουκύρη .
Σαράντα μέρες, σαράντα νύχτες
κι’ η Παναγιά μας δοξολογούσε.
Δοξολογούσε, παρακαλούσε
τους Αποστόλους τους Ιεράρχες.
Σεις Απόστολοι και Ιεράρχες
να πα να φέρτι μύρο και μόσχο.
Κι οι Αποστόλοι για μύρο πάνε
και οι Ιεράρχες για μόσχο τρέχουν.
Κι ώσπου να πάνε κι ώσπου να έρθουν
η Παναγιά μας ξιλίφθιρώθ’ κι.
Χριστός γιννιέτι χαρά στουν κόσμου,
χαρά στουν κόσμου στα παλληκάργια!
Πηγές: